Τρίτο Μέρος: Φιλοσοφικά ρινίσματα στο ζωόμορφο θέατρο του Romeo Castellucci και προσωπικές, κριτικές προσεγγίσεις του σύγχρονου αντιπαιδαγωγικού, αντικαλλιτεχνικού κόσμου
Λαμβάνοντας γνώση όσων θεωρητικά πρεσβεύει η πρωτοπορία στην τέχνη, κατόπιν της επιρροής που της άσκησε τόσο η φιλοσοφία όσο και η ιστορία (προοπτική για την οποία αναφέρθηκα στο πρώτο μέρος της παρούσας μελέτης) αλλά και ειδικότερα των ύστερων νεωτερικών χαρακτηριστικών που διέπουν το θέατρο του Romeo Castellucci μέσω της ζωικής παρουσίας (δεύτερο μέρος), κατανοείται ένας διάχυτος φιλοσοφικός, αναστοχαστικός, ομφαλοσκοπικός χαρακτήρας στην θεατρική φυσιογνωμία και στο ύφος του σκηνοθέτη.
Ειδικότερα, τόσο από την γενικότερη προοπτική της σύγχρονης τέχνης με τα χαρακτηριστικά που έλαβε τον 20ο αιώνα (μέσω της οποίας ο καλλιτέχνης και ο θεατής του 21ου αιώνα είναι κληρονόμοι) όσο και της ειδικότερης σκηνοθετικής στόχευσης του Ιταλού δημιουργού παρατηρείται ένας ρητός χαρακτήρας αμφιβολίας, αμφισβήτησης και απόρριψης κάποιες φορές. Αυτός, όμως, ο αμφίσημος χαρακτήρας δεν αποτελεί ένδειξη καλλιτεχνικής αβεβαιότητας, ρηχότητας και ανωριμότητας. Αντίθετα, συμβάλει στην γνώση της καλλιτεχνικής αρτιότητας. Ο Castellucci θέτει σε κλονισμό το συμβατό προκειμένου να αναζητήσει την αλήθεια˙ η γνώση προϋποθέτει αμφισβήτηση ή και απόρριψη των παραδεδεγμένων αρχών.
Θέλοντας να αποδώσω την καλλιτεχνική του ταυτότητα, θα μνημόνευα ότι ο συγκεκριμένος καλλιτέχνης αποτελεί την προσωποποίηση του «σκεπτικισμού» στην θεατρική σκηνή. Είναι ο σκεπτικιστής της καλλιτεχνικής, θεατρικής δημιουργίας˙ ο «φιλόσοφος της σκηνής». Ο σκεπτικιστικός του χαρακτήρας σχετίζεται με την πάγια εμμονή στην άρνηση των δυνατοτήτων των μέχρι τώρα ισχυουσών παραδοχών σχετικά με το πώς πρέπει να τελείται κάτι και να εκπέμπεται στη θεατρική τέχνη. Η βάση του σκηνοθετικού του ύφους υπάγεται, φρονώ, σε ένα «σκεπτικιστικό καλλιτέχνημα».
Το ζώο αποτελεί τρανταχτή απόδειξη αυτής της κατεύθυνσης και του προσανατολισμού: Αμφισβήτηση του λογοκεντρικού υποκειμένου που δεν λαμβάνει, πλέον, την πρωτοκαθεδρία εντός των έμβιων, αμφισβήτηση του Λόγου (τόσο με τη σημασία της νόησης όσο και της γλώσσας), κατεδάφιση του μιμητικού, ρεαλιστικού προτύπου (το θέατρο μιμείται τη φύση - ζωή με έναν διαφορετικό τρόπο από ό,τι έκανε παραδοσιακά), γκρέμισμα του διπόλου αλήθεια - ψέμα και προσπάθεια απόδοσης της πρώτης μέσα από το θέατρο˙ ξήλωμα της φαινομενικότητας του κειμένου προκειμένω να αναδειχθούν οι βαθύτεροι πυρήνες, αποκαθήλωση της έννοιας του θεάτρου ως καλλιτεχνική βιτρίνα και υποκρινόμενο, προβλέψιμο γεγονός˙ κατεδάφιση του βεντετισμού και της έννοιας του αστέρα.
Παρά ταύτα, όμως, ο Romeo Castellucci δεν είναι ένας αυστηρότερος και σκληρότερος «σκεπτικιστής του θεάτρου» καθώς οι σκηνικές του πρακτικές και τεχνοτροπίες δεν οδηγούν σε έναν ακραίο μηδενισμό. Πιστεύω, ότι απόδειξη αυτής της ιδιόμορφης, μεταμοντερνιστικής ταυτότητας αποτελεί το γεγονός ότι, μεταξύ άλλων, μέσω της τέχνης του προσπαθεί να ανακαλύψει μία καθαρόαιμη φιλοσοφική έννοια που δεν είναι, πλέον, σκεπτικιστικού χαρακτήρα: Αυτή της αλήθειας, της οποίας την ύπαρξη πιστεύει. Μάλιστα, καταφτάνει να ειρωνεύεται, κατά κάποιον τρόπο, την τέχνη του προσδίδοντας στο θέατρο την αναζήτηση της αλήθειας και όχι του ψεύδους˙ την αναζήτηση της παράστασης και όχι της αναπαράστασης. Για αυτόν τον λόγο, άλλωστε, στο δεύτερο μέρος της ανά χείρας μελέτης αναλύθηκε, μεταξύ άλλων, ο μη προσποιητός χαρακτήρας του ζώου.
Επιπλέον, ο συγκερασμός και η γεφύρωση του στοχασμού με την τέχνη, θα υποστήριζα, ότι καθιστά τη σκηνή του μαρτυρία μίας «αναπαριστώμενης αισθητικής φιλοσοφίας» που λόγω του καλλιτεχνικού και παραστασιακού στοιχείου λαμβάνει ρόλο δράσης. Ο Romeo Castellucci έχει ως εργαλείο του τη φιλοσοφία, την οποία όμως αποκρυσταλλώνει μέσω της τέχνης του και όχι μέσω του γραπτού κειμένου, της γραμματειακής, φιλολογικής πηγής όπως κάνει παραδοσιακά ο στοχαστής. Η φιλοσοφία αποτελεί τη μήτρα του θεάτρου του˙ για άλλη μία φορά αυτή η επιστήμη καθίσταται η μητέρα και το μεγάλο χωνευτήρι άλλων επιμέρους πεδίων του επιστητού (εν προκειμένω αφενός της καλλιτεχνικής δημιουργίας και αφετέρου της θεατρολογικής ερευνητικής ανάλυσης).
Και αναφέρομαι σε «αισθητική φιλοσοφία» διότι υπάρχει ο προβληματισμός, η κρίση, η εξέταση και η ενδελεχής προσπάθεια (καθαρόαιμα φιλοσοφικά στοιχεία) γύρω από την ίδια την τέχνη, την λειτουργία, τον σκοπό της και την ιστορία της: Έτσι, ο Castellucci «ρίχνει τα καρφιά του» στην σχέση του σκηνοθέτη με τον ηθοποιό αλλά και τον συγγραφέα˙ υμνεί την «προϊστορία» του αρχαίου θεάτρου και τον τρόπο κατά τον οποίο η τελετουργία μετεξελίχθηκε σε δραματική παραγωγή (κειμενοκεντρικά - δραματολογικά και παραστασιακά). Ενώ παράλληλα, στηλιτεύει την αντιμετώπιση της τέχνης ως καταναλωτικό, διαφημιστικό προιόν˙ το ζώο, όπως είδαμε, μετατρέπεται σε μέσο διαμαρτυρίας της μανίας για την μαρκίζα.
Συμπληρωματικά, ο φιλοσοφικός χαρακτήρας στο έργο του δεν αποτελεί κατ’ ανάγκην συνακόλουθος με την αισθητική ιδιότητα˙ o Ιταλός δημιουργός δεν ενδιαφέρεται μόνο για τον προβληματισμό στα περί τέχνης. Αντίθετα, χρησιμοποιόντας την ίδια, αναφέρεται και σε άλλου τύπου κριτικές προσεγγίσεις, οι οποίες αφορούν ευρύτερα αυτό που ονομάζουμε «ανθρωπιστική καλλιέργεια και ευαισθησία».
Ως προς αυτό, είναι ενδεικτικός ο αριστοτεχνικός τρόπος με τον οποίο ο καλλιτεχνικός δημιουργός αποδίδει την αλληλοεπικοινωνία του ζωικού με το ανθρώπινο. Το υποκείμενο καλείται να γαλουχηθεί και να παιδαγωγηθεί μέσω του ζώου ούτως ώστε να μπορέσει να ξεθάψει τις προσωρινά εφησυχασμένες αρετές που έχουν διατηρηθεί στο ανορθόλογο πλάσμα (αναλύθηκε εκτενώς στο δεύτερο μέρος). Το ζώο παραδειγματίζει τον άνθρωπο και ως εκ τούτου υπενθυμίζει τη ζωική διάσταση που διέπει τον δεύτερο. Πολύ περισσότερο, το θέατρο γίνεται εργαλείο ευαισθητοποίησης των δικαιωμάτων του ζώου, μέσω της αναγνώρισης των πολλαπλών δυνατοτήτων του και του επιτακτικού αιτήματος της ενσυναίσθησης του ανθρώπου για το ζώο. Δευτερευόντως, η «ζωόμορφη» καταγωγή του πρωτόγονου ανθρώπου των διονυσιακών τελετουργιών, αποτελεί δεύτερη υπενθύμιση των ζωικών ιδιοτήτων που εις βάθος υπάρχουν στην ανθρώπινη φύση και ύπαρξη.
Συνεπώς, το θέατρο του Castellucci διακρίνεται από φιλοσοφικά ρινίσματα και προβληματισμούς λόγω της σχέσης του ανθρώπου με το ζώο που, μεταξύ άλλων, θίγει. Το ζώο δεν καθίσταται ένα άλλο˙ αλλά κοντινό ή και ταυτόσημο ορισμένες φορές με τον άνθρωπο. Ο Castellucci υποστηρίζει σθεναρά ότι ο άνθρωπος δύναται να αντιληφθεί τον εαυτό του μέσα από την διερεύνηση άλλων έμβιων όντων. Το ζώο γίνεται πομπός έρευνας, σκέψης και αναστοχασμού του καλλιτέχνη και του θεατή. Ως εκ τούτου, μέσω του σκηνοθέτη γινόμαστε μάρτυρες μίας παραδοξότητας: Το ανορθόλογο (που είναι το ζώο) καθίσταται μοχλός και δίαυλος έλλογων προβληματισμών στον άνθρωπο που εν προκειμένω αναφέρεται στον καλλιτεχνικό πομπό και τον αποδέκτη (τον θεατή δηλαδή) της θεατρικής παράστασης.
Καθίσταται, λοιπόν, σαφές ότι το θέατρο του Romeo Castellucci δύναται να το κατανοήσει, να το ερμηνεύσει και πολύ περισσότερο να το αγαπήσει ο υποψιασμένος, διαβασμένος θεατής που μέσω της παραστασιακής έκθεσης της οποίας γίνεται αποδέκτης, εκτελεί κατά κάποιον τρόπο χρέη «θεατρολόγου» καθώς καλείται να διερευνήσει τις απεριόριστες δυνατότητες και τα μηνύματα που δύναται να εκπέμψει και να μεταλαμπαδεύσει η θεατρική τέχνη. Η σημαντική παρουσία του ζώου (όπως και η ευρύτερη σκηνοθετική φυσιογνωμία του Ιταλού καλλιτέχνη) συστήνει ένα εναλλακτικό θέατρο που δύναται να γοητεύσει ο θεατής που έχει λάβει μία ορισμένη καλλιτεχνική και θεατρική προπαιδεία. Καλώς ή κακώς ο νωχελικός θεατής που έχει συνηθίσει να αποτελεί παθητικός αποδέκτης του λεγόμενου «σκηνικού κουτιού» και του μιμητικού θεάτρου˙ εκείνος, δηλαδή, που αντιλαμβάνεται το θέατρο ως ηδονοβλεπτική διαδικασία και παρατήρηση της σκηνής από τη λεγόμενη «κλειδαρότρυπα», δεν δύναται να κατανοήσει αυτό το θέατρο˙ πολύ περισσότερο να γοητευτεί από αυτό. Αντίθετα, θα το εκλάβει με καχυποψία, εχθρικότητα και πολύ χειρότερα με σκωπτική, περιφρονητική διάθεση.
Έτσι, φτάνουμε στο επίμαχο σημείο και ακανθώδες ζήτημα της παιδείας που λαμβάνει ο θεατής του σύγχρονου κόσμου (η οποία λαμβάνει ευρύτερο περιεχόμενο και όχι αμιγώς καλλιτεχνικό). Η παιδεία συνεπάγεται με την καλλιέργεια που γνωρίζει το άτομο πρωτίστως από την οικογένεια, τους φίλους και την εμπειρία˙ δευτερευόντως, συμπληρωματικά και καταληκτικά από το βιβλίο, τη φιλοσοφία, την τέχνη και άλλα επιμέρους πεδία των ανθρωπιστικών και θετικών επιστημών. Τα δεύτερα αποτελούν, κατά τη γνώμη μου, ολοκλήρωση της παιδευτικής διαδικασίας που σε μεγάλο μέρος θεμελιώνεται από τα πρώτα. Ενώ παράλληλα, αυτή η διαδικασία παιδείας (που δεν συνεπάγεται και δεν ταυτίζεται κατ’ αποκλειστικότητα με τον πολιτικό θεσμό του εκπαιδευτικού συστήματος) έχει αέναο χαρακτήρα: ξεκινά, δηλαδή, από το σημείο -α- της γέννησης και καταφτάνει έως το σημείο -ω- του θανάτου του ατόμου, αφορά δηλαδή τον ευρύτερο κύκλο της ζωής μας.
Δυστυχώς, καταφτάνω στο θλιβερό συμπέρασμα ότι ο θεατής σήμερα δεν αποτελεί ενεργός αποδέκτης των παιδευτικών, ανθρωπιστικών και καλλιτεχνικών ερεθισμάτων που διέκριναν τον κλασσικό αρχαίο κόσμο αλλά και τον μεταγενέστερο. Επίσης, εκτιμώ ότι στο συλλογικό ασυνείδητο της σύγχρονης κοινωνίας δεν είναι αφομοιωμένη κατά ουσιαστικό τρόπο η έννοια της δια βίου ανθρωπιστικής μόρφωσης (για την οποία έκανα λόγο στο τέλος της προηγούμενης παραγράφου). Αντίθετα, υιοθετείται η τακτική της λήψης ενός πτυχίου και διπλώματος προς την επιτυχή επαγγελματική αποκατάσταση, που με τη σειρά της ορίζεται ως τέτοια κατόπιν των χρηματικών οφελών που τη χαρακτηρίζουν. Κοντολογίς, ο λεγόμενος «επιτυχημένος» του σύγχρονου κόσμου είναι ο πλούσιος και όχι ο ενάρετος. Αντίθετα, ο ηθικός, ανιδιοτελής και τίμιος αποξενώνεται, καλείται να αγωνισθεί προκειμένου να επιβιώσει, δεν εντάσσεται ομαλά στην κοινωνία και πολλές φορές καταλήγει να αποτελεί θύμα λόγω της κυριαρχίας του καπιταλισμού που ορίζει τον σημερινό, τεχνολογικό και όχι πνευματικό κόσμο. Κατά τη γνώμη μου, οι κοινωνίες του σήμερα είναι βαθιά ριζωμένες και εξαρτώμενες στην πολιτική και κοινωνική ολιγαρχία. Η δημοκρατία και το δικαίωμα λόγου που χαρακτηρίζει την πρώτη δεν είναι ουσιαστική αλλά αποτελεί ένα εικονικό φάρμακο, ένα ψευδεπίγραφο προκειμένω να καθησυχάζεται ο λαός, ο οποίος από τον πολιτικάντη γίνεται αντιληπτός ως παθητική, άβουλη μάζα και όχι ως πολίτης με ενεργή θέση που διεκδικεί και διαμαρτύρεται για τα τεκταινόμενα.
Αυτό το αντι-παιδευτικό περιβάλλον που φευγαλέα και επιφανειακά καλείται να καλύψει τα κενά από το θεσμοθετημένο εκπαιδευτικό σύστημα, έχει άμεση επίδραση μεταξύ άλλων και στην τέχνη, στις αισθητικές επιλογές και στους αισθητικούς προβληματισμούς μας. Άραγε, τι κοινό έχει η αρχαία ελληνική τραγωδία, η αρχιτεκτονική των κλασσικών μνημείων και αγαλμάτων, η δραματολογία του Σαίξπηρ, του Τσέχοφ, του Ίψεν, του Στρίντμπεργκ, του Θεάτρου του Καρόλου Κουν και όλων των άλλων μεγάλων καλλιτεχνικών νόων με τις διαφημίσεις στην τηλεόραση και τη μαύρη προπαγάνδα που επιδιώκει έναν ναρκωμένο πνευματικά αποδέκτη; Τι όμοιο δύναται να έχουν οι μεγάλοι θεατρικοί δημιουργοί και συγγραφείς με τα φθηνά και ευτελή πάνελ που κοσμούν το κουτί του σαλονιού και ασχολούνται με το λεγόμενο “life style” που υπάγεται στον παθητικό απομιμητισμό εσφαλμένων προτύπων; Τι όμοιο δύναται να έχει η αυθεντική, ανόθευτη λαϊκή και παραδοσιακή τέχνη όπως ορίσθηκε τον προηγούμενο αιώνα με το τερατούργημα του pop αστέρα που ξεγυμνώνεται επί τούτου, εκλαμβάνοντας τη δυσφήμηση ως διαφήμιση; Θεωρώ, ότι η επιστροφή και η αφομοιωμένη κατανόηση των μεγάλων κλασσικών δεν αποτελεί ένδειξη προγονοπληξίας και ακραίου συντηρητισμού, αλλά βασική προϋπόθεση πνευματικής ανάπτυξης του σύγχρονου κόσμου, έστω και εάν επιδίωξη αποτελεί η αποδόμηση του κλασσικού αρχέτυπου.
Η παραπάνω παρένθεσή μου δεν είναι τυχαία. Αντίθετα, αυτό το οποίο θέλω να υποστηρίξω έγκειται στις αρνητικές επιρροές που έχει ασκήσει ο σύγχρονος παιδευτικός ξεπεσμός, αμέλεια και προχειρότητα στην πρόσληψη ενός έργου τέχνης από τον αποδέκτη του. Κατά τη γνώμη μου, θέτοντας κοινωνικές αξιολογικές κρίσεις στο ζήτημα, αυτή η πολυπλοκότητα που χαρακτηρίζει το θέατρο του Romeo Castellucci και η ενδελεχής μελέτη, έρευνα από μέρους του ίδιου συνιστά το θέατρό του κατεξοχήν αντι-συστημικό˙ ένα θέατρο που αποτελεί γροθιά και διαμαρτυρία των ιδιοτελών προσανατολισμών των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης.
Στην προκείμενη περίπτωση, η παρουσία του ζώου με τον τρόπο με τον οποίο αναλύθηκε και αποσυμβολίθηκε αφενός θεατρολογικά αφετέρου φιλοσοφικά, συνιστά πρόδηλη την πρόθεση του Romeo Castellucci: Δεν επιδιώκει να πλάσει ένα έργο τέχνης που νοθεύει το κριτικό κριτήριο του θεατή ούτε αποτελεί νάρκωση του αξιολογικού αναστοχασμού και της ερευνητικής αναζήτησης του ίδιου. Το ζώο αποθαρρύνει τη συναισθηματική φόρτιση και συγκίνηση μέσω της ταύτισης. Ως εκ τούτου, λόγω αυτού του προσανατολισμού παρατηρείται, μεταξύ άλλων, έντονος αποστασιοποιητικός, μπρεχτικός χαρακτήρας στο θέατρου του Ιταλού δημιουργού. Η δεξιοτεχνία, όμως, του Castellucci, υπάγεται στο γεγονός ότι αυτή η κριτική προσέγγιση της καλλιτεχνίας και των δυνατοτήτων της συνιστά αιχμηρές προεκτάσεις του προαναφερόμενου μπρεχτικού προσανατολισμού. Και αυτό, συμβαίνει επειδή το θέατρό του δεν είναι απλά αντι-μιμητικό, αντι-ρεαλιστικό. Πολύ περισσότερο, η σκηνή του καθίσταται σε φιλοσοφικό εργαλείο.
Η φιλοσοφία, με τη σειρά της, στον βαθμό που σχετίζεται με την τέχνη αναφέρεται και καταδεικνύει το επιτακτικό αίτημα περαιτέρω αυστηρότητας σχετικά με τα αξιολογικά κριτήρια ενός έργου τέχνης κατά τη διαδικασία της πρόσληψής του. Θεωρώ, λοιπόν, ότι είναι καιρός να διατυπωθεί με παρρησία, ευθύτητα και τόλμη ότι η τέχνη είναι μία και είναι μόνο η καλή. Η διάκρισή της σε καλή και κακή εκτιμώ ότι είναι αποπροσανατολιστική και εσφαλμένη. Εάν και εφόσον είναι κακή δεν είναι πλέον τέχνη! Ως εκ τούτου, κρίνεται βαρύ το φορτίο του θεατρολόγου και κριτικού που καλείται να αξιολογήσει την αρτιότητα ή μη της ίδιας.
1 2 3
___________________________________
Ελληνόγλωσσο Βιβλιογραφικό Υλικό
Ανδρεάδη Ιόλη. Performance. Από την Θεωρία στην Πράξη (σκηνοθεσία - φιλοσοφία - πολιτισμός). Κάπα Εκδοτική, Αθήνα Οκτώβριος 2020.Αριστοτέλης. Αριστοτέλους «Περί Ποιητικής». Μτφρ. Σίμος Μενάρδος. Ιωάννης Συκουτρής (επιμ.). Εστία, Αθήνα Απρίλιος 2011.
Βαλαωρίτης Νάνος. Μοντερνισμός, πρωτοπορία και «πάλι». Καστανιώτης, Αθήνα Δεκέμβριος 1997.
Γούδης Δ. Χρήστος. Πλάτωνος Πολιτεία. Μία λακωνική προσέγγιση σε μία λακωνική αντίληψη περί πολιτείας. Κάκτος, Αθήνα Ιούλιος 2020.
Δεληγιώργη Αλεξάνδρα. Ο μοντερνισμός στην σύγχρονη φιλοσοφία. Η αναζήτηση της χαμένης ενότητας. Αλεξάνδρεια, Αθήνα Φεβρουάριος 2007.
Κακολύρης Γεράσιμος. Ο Ζακ Ντερριντά και η Αποδομητική ανάγνωση. Εκκρεμές, Αθήνα Νοέμβριος 2004.
Μενδρινού Ιωάννα. Bertolt Brecht. Η ποιητική της αποστασιοποίησης. Ρέννος Οιχαλιώτης (επιμ.). ΟΤΑΝ, Αθήνα Νοέμβριος 2021.
Μπαλής Γιάννης. Η Διονυσιακή μύηση μέσα από τα τραγούδια και τις τέχνες. Πέλασγος, Αθήνα Μάιος 2000.
Παγανός Δ. Γιώργος. Μοντερνισμός και Πρωτοπορίες. Σαββάλας, Αθήνα Ιανουάριος 2003.
Παπαλεξίου Έλενα. Societas Raffaello Sanzio. Romeo Castellucci. Όταν ο λόγος μετατρέπεται σε ύλη. Πλέθρον, Αθήνα 2009.
Παρισάκη Θεόπη. Φιλοσοφία και Τέχνη. Από την αντικειμενικότητα του ωραίου στην υποκειμενικότητα του γούστου. Ζήτρος, Αθήνα Ιούνιος 2004.
Πατσαλίδης Σάββας. Θέατρο και Θεωρία. Περί (υπο) κειμένων και (δια) κειμένων. Δήμητρα Μήττα (επιμ.). University Studio Press, Θεσσαλονίκη Φεβρουάριος 2004.
Πεφάνης Π. Γιώργος. Θεατρικά Bestiaria. Θεατρικές και Φιλοσοφικές σκηνές της ζωικότητας. Παναγιώτης Μιχαλόπουλος (επιμ.). Παπαζήσης, Αθήνα Νοέμβριος 2018.
Πεφάνης Π. Γιώργος. Θιασώτες και Φιλόσοφοι. Σκιαγράφηση μίας θεατροφιλοσοφίας. Παπαζήσης, Αθήνα Οκτώβριος 2016.
Πλάτων. Πλάτωνος Ιών. Μτφρ. Νικόλαος Μ. Σκουτερόπουλος. Εκκρεμές, Αθήνα Μάιος 2002.
Ράμφος Στέλιος. Μίμησις εναντίον μορφής. Επεξήγησις εις το «Περί Ποιητικής» του Αριστοτέλους. Αρμός, Αθήνα Απρίλιος 2019.
Τσατσούλης Δημήτρης. Διάλογος εικόνων. Φωτογραφία και σουρεαλιστική αισθητική στην σκηνική γραφή της Societas Raffaello Sanzio (δίγλωσση έκδοση ελληνικά - αγγλικά). Μτφρ. Άννα Μαρία Χατζηστεφάνου. Θάλεια Μπουσιοπούλου (επιμ.). Παπαζήσης, Αθήνα Δεκέμβριος 2011.
Ελληνόγλωσσο Βιβλιογραφικό Υλικό από Μετάφραση
Artaud Antonin. Το Θέατρο και το Είδωλο του. Μτφρ. Παύλος Μάτεσις. Δωδώνη, Αθήνα Ιούλιος 2013.Bablet Denis. Ιστορία Σύγχρονης Σκηνοθεσίας. Τόμος Α΄ 1887-1914. Μτφρ. Δαμιανός Κωνσταντινίδης. University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2008.
Beardsley C. Monroe. Ιστορία των Αισθητικών Θεωριών. Από την κλασσική αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Μτφρ. Δημοσθένης Κουρτόβικ. Νεφέλη, Αθήνα Δεκέμβριος 1989.
Benjamin Walter. Για τον Μπρεχτ. Μτφρ. Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος. Βασίλης Αλεξίου (επιμ.). ΕΡΜΑ, Αθήνα Ιούνιος 2018.
Besnier Jean Michel. Ιστορία της Νεωτερικής και Σύγχρονης Φιλοσοφίας. Φυσιογνωμίες και Έργα. Μτφρ. Κωστής Παπαγιώργης. Καστανιώτης Ιούλιος 2001.
Bocheński Józef Maria. Ιστορία της Σύγχρονης Ευρωπαϊκής Φιλοσοφίας (20ος αιώνας). Φιλοσοφία της ύλης, της ζωής, της ουσίας, της υπάρξεως, του όντος. Μτφρ. Χρήστος Μαλεβίτσης. Δωδώνη Δεκέμβριος 1985.
Calinescu Matei. Πέντε όψεις της Νεωτερικότητας. Μοντερνισμός, πρωτοπορία, παρακμή, κιτσς, μεταμοντερνισμός. Μτφρ. Ανδρέας Παππάς. Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, Αθήνα Δεκέμβριος 2011.
Carlson Μarvin. Performance - Μία κριτική εισαγωγή. Μτφρ. Ελευθερία Ράπτου. Ελευθερία Ράπτου (επιμ.). Παπαζήσης, Αθήνα Οκτώβριος 2014.
Dergazia Devid. Τα δικαιώματα των ζώων. Μία πολύ μικρή εισαγωγή. Μτφρ. Σταύρος Καραγεωργάκης. Κολόβου Ελίζα (επιμ.). Πράσινο Ινστιτούτο, Αθήνα Δεκέμβριος 2017.
Donaldson Sue - Kymlicka Will. Ζωόπολις. Μία πολιτική θεωρία για τα δικαιώματα των ζώων. Μτφρ. Γρηγόριος Μολυβάς. Αγγελική Ζαχαριάδου (επιμ.). Πόλις, Αθήνα Ιανουάριος 2021.
Gould John. Αρχαία ελληνική τραγωδία και τελετουργία. Δέκα μελετήματα. Μτφρ. Βάιος Λιαπής. Μαρία Γαργαρώνη (επιμ.). Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2018.
Fritz Graf. Οδηγός για το Αρχαίο Ελληνικό και Ρωμαικό Θέατρο. Από το Πανεπιστήμιο του Cambridge. Στο: Marianne McDonald - Michael J. Walton (επιμ.). Θρησκεία και Δράμα. (σ. 69 - 89). Μτφρ. Βάιος Λιαπής. Ινστιτούτο του Βιβλίου - Α. Καρδαμίτσα, Αθήνα 2011.
Hesk John. Οδηγός για το Αρχαίο Ελληνικό και Ρωμαικό Θέατρο. Από το Πανεπιστήμιο του Cambridge. Στο: Marianne McDonald - Michael J. Walton (επιμ.). Η κοινωνικοπολιτική διάσταση της αρχαίας τραγωδίας (σ. 90 - 114). Μτφρ. Βάιος Λιαπής. Ινστιτούτο του Βιβλίου - Α. Καρδαμίτσα, Αθήνα 2011.
Kellner Douglas - Bauman Zygmunt - Roberts David. Μεταμοντερνισμός. Μτφρ. Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, Στέφανος Ροζάνης. Ύψιλον, Αθήνα Οκτώβριος 2018.
Manly Hall - Joseph Costa Hippolyto. Ta Διονυσιακά μυστήρια. Μτφρ. Αναστασία Νάνου Τσάκαλη. Πύρινος Κόσμος, Αθήνα Δεκέμβριος 1990.
Rehm Rush. Οδηγός για το Αρχαίο Ελληνικό και Ρωμαικό Θέατρο. Από το Πανεπιστήμιο του Cambridge. Στο: Marianne McDonald - Michael J. Walton (επιμ.). Εορτές και θεατές στην Αθήνα και την Ρώμη. (σ. 232 - 255). Μτφρ. Βάιος Λιαπής. Ινστιτούτο του Βιβλίου - Α. Καρδαμίτσα, Αθήνα 2011.
Stanislavsky Konstantin. Ένας ηθοποιός δημιουργείται. Μτφρ. Άγγελος Νίκας. Χρήστος Βαχλιώτης (επιμ.). Γκόνη, Αθήνα Δεκέμβριος 2006.
Stanislavsky Konstantin. Πλάθοντας έναν ρόλο. Μτφρ. Άγγελος Νίκας. Γκόνη, Αθήνα Δεκέμβριος 2006.
Αγγλόγλωσσο Βιβλιογραφικό Υλικό
Castellucci Romeo. To Carthage then I came: Burning burning burning burning. Actes Sud, Arl 2002.Castellucci Romeo. Unheard. Romeo Castellucci. M. Corraini, Scotland 2014.
Guidi Chiara - Castellucci Claudia - Castellucci Romeo. The theatre of Societas Raffaello Sanzio. King's College London, London 1992.
Λίγα λόγια για τη συγγραφέα:
Ερευνητικά Θεατρολογικά Ενδιαφέροντα (ενδεικτικά)
· Θεατροπαιδαγωγός με πιστοποίηση παιδαγωγικής και διδακτικής επάρκειας
· Θεατρολόγος με ειδίκευση στην αισθητική φιλοσοφία (φιλοσοφία της τέχνης)
· Θεατρολόγος με ειδίκευση στην φιλοσοφική ερμηνεία της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας
· Θεατρολόγος με ειδίκευση στην δραματολογία και πρόσληψη του αρχαίου ελληνικού θεάτρου
· Σχέση του θεάτρου με τις ανθρωπιστικές σπουδές (ιστορία, φιλοσοφία, θρησκεία)
Μουσικό Ρεπερτόριο:
· Κλασσικό - Όπερα (spinto soprano): Giacomo Puccini, Wolfang Amadeus Mozart, Giuseppe Verdi, Μάνος Χατζιδάκις
· Μπαλάντες: Barbra Streisand, Shirley Bassey, Suzan Boyle, Celine Dion, Whitney Houston, Nina Simone, Edith Piaf
· Ελληνικό Λαϊκό (1950 - 1970): Μίμης Πλέσσας, Σταύρος Ξαρχάκος & Τζένη Βάνου, Μαρινέλλα, Βίκυ Μοσχολιού
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου