Αστεγία: Καθρέφτης των Κοινωνικών Προτεραιοτήτων

Κοινωνική Επανένταξη: Το Κλειδί για μια Δίκαιη Κοινωνία

(γράφει ο Κωνσταντίνος Σύρμος)

Η αστεγία δεν είναι απλώς μια κατάσταση – είναι μία λαιμητόμος που κρέμεται πάνω απ' όλους μας. Η ξαφνική απώλεια εργασίας, οι απλήρωτες δόσεις κάποιου δανείου, ή κάποιο γεγονός που δεν είναι στον έλεγχό μας, μπορεί να φέρει τον οποιοδήποτε στην θέση ενός άστεγου. Είναι η έσχατη απώλεια της αξιοπρέπειας και της σταθερότητας, μία κραυγή που συχνά πνίγεται στη φασαρία της καθημερινότητας.

Πόσες φορές σταματήσαμε να κοιτάξουμε τις ζωές που εξελίσσονται στις σκιές; Είναι εκεί, στις γωνιές των πόλεών μας, στους δρόμους και στα παγκάκια, και κουβαλούν μαζί τους τη δυσκολία του ορισμού, όπως περιγράφεται μέσα από την ευρωπαϊκή τυπολογία ETHOS. Αυτή η τυπολογία προσπαθεί να δώσει πλαίσιο σε κάτι που είναι ταυτόχρονα φυσικό, νομικό και κοινωνικό – τρεις διαστάσεις που πολλές φορές συγκρούονται.

Τα δεδομένα είναι αδιάψευστα. Στην Ευρώπη, 700.000 άνθρωποι κοιμούνται χωρίς στέγη κάθε βράδυ. Στην Ελλάδα, το πρόβλημα είναι εξίσου έντονο. Χιλιάδες άστεγοι στις πόλεις μας, 17.000 μόνο στην Αττική, και μια αύξηση 25% σε λίγα χρόνια. Πίσω από κάθε αριθμό υπάρχει μια ιστορία – ένας άνθρωπος, μια οικογένεια που βρέθηκε στο χείλος της καταστροφής. Είναι τα όνειρα που διαλύθηκαν κάτω από το βάρος της κρίσης, με την πολιτεία να μένει αμέτοχη και ανενεργή.

Οι αιτίες; Πολυδιάστατες. Δομικές, όπως η επισφαλής εργασία και η έλλειψη προσιτής κατοικίας. Προσωπικές, όπως η διάλυση οικογενειών και τα προβλήματα υγείας. Θεσμικές, που δείχνουν την αποτυχία ενός συστήματος να προσφέρει το αναγκαίο δίχτυ ασφαλείας. Και φυσικά, υπάρχει και η ελληνική οικονομική κρίση, η οποία έφερε μαζί της ένα νέο φαινόμενο: τους «νεο-αστέγους». Οικογένειες μεσαίου ή χαμηλού εισοδήματος που ξαφνικά βρέθηκαν αντιμέτωπες με τη στεγαστική επισφάλεια. 

Πολλοί πιστεύουν ότι η εργασία είναι το αντίδοτο στη φτώχεια, όμως, η πραγματικότητα είναι πιο περίπλοκη. Οι άστεγοι που εργάζονται συχνά βρίσκονται σε επισφαλείς και κακοπληρωμένες θέσεις, παλεύοντας να ζήσουν σε συνθήκες φτώχειας. Τα προγράμματα όπως το "Housing First" προσφέρουν μια βάση,  δεν αρκούν για να εξασφαλίσουν σταθερή απασχόληση. Η φτώχεια εντός της εργασίας παραμένει ένα αγκάθι, ένα σύμπτωμα μιας αγοράς που αποτυγχάνει να προστατεύσει τους πιο ευάλωτους.

Μέσα από προσωπικές μαρτυρίες, το πρόβλημα αποκτά πρόσωπο. Ιστορίες ανθρώπων που έζησαν στους δρόμους, σε φιλοξενίες ή προσωρινές λύσεις στέγασης. Είναι οι ηλικιωμένοι, οι νέοι, οι γυναίκες που έχασαν το σπίτι τους. Κάποιοι πάλεψαν με την ανεργία, άλλοι με τον ηλικιακό αποκλεισμό, άλλοι με την έλλειψη δεξιοτήτων. Η πανδημία COVID-19 έκανε την κατάσταση ακόμα πιο δύσκολη, κλείνοντας πόρτες και περιορίζοντας τις ευκαιρίες.

Αστεγία και Κοινωνικός Αποκλεισμός

Η αστεγία δεν αποτελεί απλώς ένα μεμονωμένο φαινόμενο, αλλά είναι η κορυφή ενός παγόβουνου που αποκαλύπτει τα βαθιά ρήγματα στον κοινωνικό ιστό. Είναι το αποτέλεσμα μιας αλυσίδας παραγόντων που οδηγούν στην περιθωριοποίηση: οικονομικές ανισότητες, έλλειψη προσιτής στέγης, απουσία δικτύων υποστήριξης και ανεπαρκείς πολιτικές κοινωνικής προστασίας.

Άτομα που βιώνουν την αστεγία – βρίσκονται και αποκομμένα από τις ευκαιρίες και τις δυνατότητες μιας ισότιμης ζωής. Συχνά, παλεύουν με το στίγμα, τις διακρίσεις και την ανεπάρκεια πόρων που ενισχύουν τον αποκλεισμό τους. Στην ελληνική πραγματικότητα, η κρίση ανέδειξε αυτές τις ανισότητες, με αποτέλεσμα η αστεγία να αποκτήσει νέα μορφή και ένταση, ενώ οι κοινωνικές δομές αδυνατούν να ανταποκριθούν επαρκώς.

Η έλλειψη προσιτής κατοικίας συνδέεται άμεσα με τις αυξανόμενες τιμές ενοικίων, τις εξώσεις και την ανυπαρξία μακροπρόθεσμων στεγαστικών πολιτικών, καθιστώντας το φαινόμενο έναν κύκλο που διαιωνίζεται. Σε αυτό το πλαίσιο, η αστεγία δεν είναι μόνο πρόβλημα των αστέγων, αλλά ένας καθρέφτης των κοινωνικών μας προτεραιοτήτων.

Η Χρήση Ουσιών ως Μέσο Επιβίωσης

Η χρήση ουσιών εμφανίζεται συχνά ως μηχανισμός αντιμετώπισης των τραυμάτων. Άτομα που έχουν βιώσει παραμέληση, κακοποίηση ή εγκατάλειψη στρέφονται στις ουσίες για ανακούφιση και «αυτοθεραπεία». Παρότι αυτή η συμπεριφορά φαίνεται αρχικά να προσφέρει μια προσωρινή διαφυγή, ενισχύει τον κύκλο του αποκλεισμού και της περιθωριοποίησης.

Αναφορές από μαρτυρίες αστέγων δείχνουν ότι πολλές οικογένειες έχουν ιστορικό χρήσης ουσιών, κάτι που επηρεάζει γενιές και δημιουργεί μια «κουλτούρα εξάρτησης». Οι αφηγήσεις αποκαλύπτουν ότι το οικογενειακό περιβάλλον μπορεί να λειτουργήσει τόσο ως αφετηρία όσο και ως επιταχυντής για τη χρήση ουσιών.

Ο Ρόλος της Οικογένειας και οι Τραυματικές Εμπειρίες

Η οικογένεια, η οποία συχνά θεωρείται το πιο βασικό δίχτυ ασφαλείας για τον άνθρωπο, μπορεί να μετατραπεί σε πηγή βαθύτατων τραυμάτων. Πολλές ιστορίες αστέγων αποκαλύπτουν παιδικά βιώματα κακοποίησης, εγκατάλειψης και συνεχών συγκρούσεων που αφήνουν ανεξίτηλα σημάδια. Οι οικογενειακές ρήξεις δεν διαλύουν απλώς τις σχέσεις, αλλά και τα κοινωνικά δίκτυα στήριξης, αφήνοντας τα άτομα ανυπεράσπιστα μπροστά στις πιέσεις της ζωής.

Αυτά τα τραύματα, συσσωρευμένα από την πρώιμη ηλικία, λειτουργούν ως αλυσίδες που κρατούν τους ανθρώπους εγκλωβισμένους στην απομόνωση. Η συναισθηματική αποξένωση που δημιουργείται δυσχεραίνει όχι μόνο την επανένταξη, αλλά και την ψυχική ανθεκτικότητα που είναι απαραίτητη για να ξεπεραστεί η αστεγία. Σε πολλές περιπτώσεις, οι τραυματικές εμπειρίες υπονομεύουν κάθε προσπάθεια για ένα νέο ξεκίνημα, κάνοντας ακόμη πιο δύσκολη την ανάκαμψη και την αποκατάσταση της αυτοεκτίμησης. Το να κατανοήσουμε την επίδραση αυτών των εμπειριών είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη αποτελεσματικών στρατηγικών παρέμβασης.

Οι έρευνες γύρω από τις δυσμενείς εμπειρίες ζωής και τις προσωπικές αφηγήσεις φέρνει στο φως πτυχές που συνδέουν την αστεγία με τραύματα της παιδικής ηλικίας, κοινωνικό αποκλεισμό και χρήση ουσιών.

Δυσμενείς Εμπειρίες Ζωής: Απώλεια και Εναλλαγή Στέγης

Η εμπειρία της αστεγίας ξεκινά συχνά από την παιδική ηλικία, όπου τα παιδιά βιώνουν συνεχείς μετακινήσεις, εκδιώξεις και απώλειες στέγης. Οι αφηγητές περιγράφουν πώς εκδιώχθηκαν από τα σπίτια τους λόγω ενδοοικογενειακής βίας, παραμέλησης ή οικονομικής ανέχειας, με αποτέλεσμα να καταλήγουν σε προσωρινά καταλύματα, στο δρόμο ή σε ακατάλληλες και επισφαλείς συνθήκες διαβίωσης. Πολλά από αυτά τα παιδιά αναγκάζονται να ζήσουν σε κατειλημμένα κτίρια χωρίς βασικές υπηρεσίες όπως ρεύμα και νερό, ή να μοιράζονται περιορισμένους χώρους με άλλες οικογένειες σε επισφαλή περιβάλλοντα.

Συχνά, οι εμπειρίες αυτές συνοδεύονται από τραυματικά γεγονότα, όπως η διάλυση της οικογένειας, η μετανάστευση ή η απώλεια των γονέων λόγω θανάτου ή φυλάκισης. Οι μετακινήσεις επιδεινώνουν την αίσθηση αποξένωσης και την απώλεια του «ανήκειν», αφήνοντας τα παιδιά εκτεθειμένα σε περαιτέρω κινδύνους, όπως η εμπλοκή με παραβατικούς κύκλους ή η αναζήτηση επιβίωσης μέσω παιδικής εργασίας. Οι ιστορίες αυτές δεν είναι απλώς αφηγήσεις, αναδεικνύουν το διαγενεακό βάρος της φτώχειας και της περιθωριοποίησης, κάνοντας εμφανή την ανάγκη για δομές στήριξης και σταθερότητας.


Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στις ιστορίες μεταναστών και μειονοτήτων, οι οποίοι συχνά βρίσκονται αντιμέτωποι με πολυεπίπεδες διακρίσεις, στιγματισμό και κοινωνικό αποκλεισμό. Οι αφηγήσεις τους αποκαλύπτουν πως η έλλειψη πρόσβασης σε βασικές υπηρεσίες, όπως η εκπαίδευση και η υγειονομική περίθαλψη, σε συνδυασμό με την ανεπαρκή προστασία από κρατικούς θεσμούς, εντείνουν τις δυσκολίες επανένταξής τους. Πολλοί περιγράφουν την εμπειρία της απόρριψης λόγω της καταγωγής, της γλώσσας ή της θρησκείας τους, που τους αναγκάζει να ζουν στο περιθώριο.

Αυτές οι εμπειρίες όχι μόνο υπονομεύουν την ψυχική ανθεκτικότητα, αλλά δημιουργούν έναν φαύλο κύκλο απομόνωσης, δυσχεραίνοντας τη δυνατότητα κοινωνικής και οικονομικής ενσωμάτωσης. Το φορτίο της φτώχειας και του στιγματισμού γίνεται βαρύτερο, κάνοντας επιτακτική την ανάγκη για δομές στήριξης που θα αντιμετωπίζουν αυτούς τους πολυδιάστατους αποκλεισμούς.

Οι προσωπικές ιστορίες αναδεικνύουν την επείγουσα ανάγκη για δράση. Η αστεγία δεν είναι απλώς ένα κοινωνικό πρόβλημα, αλλά ένα κάλεσμα για μια δίκαιη και συμπεριληπτική κοινωνία.

Άτομα με Αναπηρία και Φόβος Αστεγίας

Η αστεγία αποτελεί έναν διαρκή φόβο και για τα άτομα με αναπηρία, που συχνά ζουν σε συνθήκες ευαλωτότητας λόγω των περιορισμένων επιλογών για αυτόνομη και αξιοπρεπή στέγαση. Πολλά από αυτά τα άτομα αναγκάζονται να ζουν σε ιδρύματα, τα οποία συχνά παρουσιάζονται ως λύση. Στην πραγματικότητα, όμως, η ιδρυματοποίηση στερεί από τα άτομα με αναπηρία την αυτονομία τους, την ιδιωτικότητα και την αίσθηση του «ανήκειν» που χαρακτηρίζει ένα πραγματικό σπίτι. Αντί να προσφέρουν στήριξη, τα ιδρύματα συχνά λειτουργούν ως χώροι περιθωριοποίησης, αποκλείοντας τα άτομα με αναπηρία από την κοινωνική και οικονομική ζωή.

Παρόμοια προβλήματα αντιμετωπίζουν και οι άστεγοι που φιλοξενούνται σε κοινωνικές δομές ή προσωρινά καταλύματα. Αν και αυτές οι δομές παρέχουν προσωρινή ανακούφιση, συχνά συνοδεύονται από περιορισμούς που υπονομεύουν την ψυχική και κοινωνική ευεξία. Για πολλούς, η έλλειψη προσωπικού χώρου και αυτονομίας λειτουργεί ως μια συνεχιζόμενη υπενθύμιση της ευαλωτότητάς τους. Αυτές οι συνθήκες αναδεικνύουν την προσωρινότητα και τη δυσκολία επανένταξης στην κανονική ζωή.

Ειδικά για τα άτομα με αναπηρία, η φιλοξενία σε τέτοιες δομές μπορεί να γίνει ακόμη πιο περίπλοκη λόγω της έλλειψης προσβασιμότητας και της αδυναμίας παροχής εξατομικευμένων υπηρεσιών που θα ανταποκρίνονται στις ανάγκες τους. Η αδυναμία δημιουργίας ενός σταθερού πλαισίου ασφάλειας και αυτονομίας για αυτά τα άτομα επηρεάζει την ψυχολογία τους, εντείνοντας την αίσθηση περιθωριοποίησης και αποξένωσης. Έτσι, οι άνθρωποι αυτοί παραμένουν εγκλωβισμένοι σε μια κατάσταση προσωρινότητας, χωρίς τη δυνατότητα να ξαναχτίσουν τη ζωή τους σε ένα ασφαλές και σταθερό πλαίσιο που να τους επιτρέπει να ανακτήσουν την αξιοπρέπειά τους και την ανεξαρτησία τους.

Η Πρόκληση της Προσβασιμότητας

Ένα από τα πιο σοβαρά ζητήματα που αντιμετωπίζουν τα άτομα με αναπηρία είναι η έλλειψη προσβασιμότητας στις βασικές δομές και υπηρεσίες. Για παράδειγμα, ένα άτομο σε αναπηρικό αμαξίδιο που ζει σε καταφύγιο αστέγων ενδέχεται να μην έχει πρόσβαση σε τουαλέτες ή χώρους διαβίωσης που καλύπτουν τις ανάγκες του. Αυτές οι ελλείψεις τους κρατούν απομονωμένους, επιδεινώνοντας την ψυχική και σωματική τους κατάσταση.

Παραδείγματα από την καθημερινή ζωή αποδεικνύουν το πρόβλημα:

  • Ένας άντρας με κινητική αναπηρία στη Θεσσαλονίκη αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σπίτι του λόγω οικονομικής δυσχέρειας. Η μόνη διαθέσιμη επιλογή ήταν ένα καταφύγιο που δεν διέθετε ράμπες.
  • Μια γυναίκα με απώλεια όρασης κατέληξε να ζει σε ίδρυμα, όπου η έλλειψη προσαρμογής στις ανάγκες της την οδήγησε σε κοινωνική απομόνωση και κατάθλιψη.

Η Σχέση της Αναπηρίας με την Αστεγία

Η αστεγία για τα άτομα με αναπηρία δεν είναι απλώς μια πιθανότητα. Είναι μια συνεχιζόμενη πραγματικότητα που ενισχύεται από την απουσία κοινωνικών δικτύων και την ανεπαρκή κρατική μέριμνα. Ένας φαύλος κύκλος δημιουργείται: η αδυναμία κάλυψης βασικών αναγκών οδηγεί σε αστεγία, ενώ η αστεγία επιδεινώνει τις προκλήσεις που συνοδεύουν την αναπηρία.

Η ιδρυματοποίηση, που συχνά επιλέγεται ως λύση ανάγκης, προσφέρει στέγη αλλά όχι ποιότητα ζωής. Τα άτομα με αναπηρία σε ιδρύματα ζουν απομονωμένα, χωρίς την ευκαιρία να συμμετέχουν στην κοινωνία, να εργάζονται ή να δημιουργούν κοινωνικές σχέσεις. Αυτό δεν είναι απλώς ένα ζήτημα προσβασιμότητας, αλλά ένα ζήτημα δικαιωμάτων.

Αναγκαίες Παρεμβάσεις

Για να αντιμετωπιστεί ο φόβος της αστεγίας για τα άτομα με αναπηρία, απαιτούνται συγκεκριμένες παρεμβάσεις:

  • Εξατομικευμένη Υποστήριξη: Τα άτομα με αναπηρία χρειάζονται στέγαση που να προσαρμόζεται στις ανάγκες τους. Αυτό περιλαμβάνει φυσική προσβασιμότητα, αλλά και υπηρεσίες που να στηρίζουν την αυτονομία τους.
  • Προσιτή Κατοικία: Προγράμματα όπως το "Housing First" πρέπει να προσαρμοστούν ώστε να καλύπτουν τις ανάγκες των ατόμων με αναπηρία, με έμφαση στη μακροπρόθεσμη στήριξη.
  • Εκπαίδευση και Ενσυναίσθηση: Η κοινωνία πρέπει να ενημερωθεί για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα άτομα με αναπηρία. Αυτό θα συμβάλει στη μείωση του στιγματισμού και στην ενίσχυση της αποδοχής.
  • Ενίσχυση των Κοινωνικών Δομών: Η βελτίωση των καταφυγίων και των υπηρεσιών πρόνοιας ώστε να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των ατόμων με αναπηρία είναι κρίσιμη.

Συμπέρασμα

Η αστεγία για τα άτομα με αναπηρία δεν είναι απλώς μια προσωρινή απουσία στέγης. Είναι η συστηματική έλλειψη μιας κοινωνίας που αποτυγχάνει να προσφέρει στα μέλη της ίσες ευκαιρίες και ασφάλεια. Είναι καιρός να αναγνωρίσουμε αυτή την αλήθεια και να δράσουμε για να δημιουργήσουμε ένα περιβάλλον όπου κανείς δεν θα ζει στο περιθώριο, κανείς δεν θα μένει πίσω.

Όμως, τίποτα δεν αλλάζει από μόνο του. Η αστεγία δεν λύνεται μόνο με στέγαση–απαιτείται μια ολιστική προσέγγιση που να περιλαμβάνει κοινωνικές, εργασιακές και θεσμικές παρεμβάσεις. Γιατί, τελικά, η αστεγία δεν είναι απλώς η έλλειψη στέγης. Είναι η έλλειψη σταθερότητας, ασφάλειας και ελπίδας. Και αυτή η έλλειψη είναι κάτι που όλοι έχουμε την ευθύνη να αντιμετωπίσουμε.

Η αστεγία είναι η αποτύπωση μιας κοινωνίας που αποτυγχάνει να είναι συμπεριληπτική προς όλους τους πολίτες της. Δεν πρόκειται μόνο για ένα κοινωνικό πρόβλημα. Είναι μια πρόκληση που πρέπει να αντιμετωπίσουμε όλοι μαζί. Είναι η ώρα να δράσουμε, να δημιουργήσουμε μια κοινωνία που δεν αφήνει κανέναν πίσω.

 

Σχόλια