Ευγένιος Τριβιζάς: Η φαντασία είναι ο χειρότερος εχθρός του κατεστημένου
(απομαγνητοφώνηση/επιμέλεια: Κωνσταντίνος Σύρμος)Συμμετείχα κάποτε σε μία παιδική τηλεοπτική εκπομπή και
στο τέλος έπρεπε να δώσουμε κάποια βραβεία στα παιδιά, ήτανε κυρίως βιβλία τα
οποία είχανε προσφέρει διάφοροι εκδοτικοί οίκοι. Εγώ είχα πει στα παιδιά, ότι
είχα φέρει μαζί μου ένα αόρατο πράσινο καγκουρό. Το όποιο δεν το βλέπανε, αλλά
τους είπα ότι αυτό αναβόσβηνε τα φωτάκια, αναλόγως αν απαντούσαν σωστά ή λάθος
στις ερωτήσεις. Στο τέλος της εκπομπής τα παιδιά, τα οποία δεν ήταν μωρά αλλά
πήγαιναν στην τελευταία τάξη του δημοτικού, τα ρώτησα τι θα προτιμούσανε, θέλουν
να τους αφήσω τα βιβλία ή το αόρατο πράσινο καγκουρό; Όλα τα παιδιά θέλησαν να
τους αφήσω το αόρατο πράσινο καγκουρό. Παρόλο που ήταν κάτι που δεν το βλέπανε,
δεν υπήρχε, είχανε δεχτεί αυτό το αόρατο πράσινο καγκουρό. Αυτό είναι η
φαντασία, η ικανότητα να φανταζόμαστε το ανύπαρκτο. Η διαδικασία να
σχηματίζουμε στο νου μας εικόνες ή ιδέες πέρα από την εμπειρική πραγματικότητα.
Κι αυτή η ικανότητα, αυτή η διαδικασία, έχει άμεση σχέση με την επίλυση
προβλημάτων και την επιστημονική σκέψη. Θα μπορούσαμε να πούμε, ότι η επίλυση
προβλημάτων και η επιστημονική πρόοδος, δεν είναι τίποτε άλλο από εφαρμοσμένη
φαντασία. Ο Τζορτζ Μπέρναρντ Σω, το εκφράζει απλά και περιεκτικά σε μία μόνο
φράση: «Η φαντασία είναι η αφετηρία της δημιουργίας».
Η ριζική αλλαγή στον επιστημονικό τρόπο σκέψης, δεν
επέρχεται με νέες παρατηρήσεις ή πρόσθετα στοιχεία, αλλά με μετατάξεις που
συντελούνται στη φαντασία των επιστημόνων. Με τολμηρές ιδέες, θαρραλέες
υποθέσεις, ριζοσπαστικές εικασίες. Ο παραγωγικός συλλογισμός, διαπιστώνει ο Ζαν
Πιαζέ, συνίσταται στη συναγωγή συμπερασμάτων, όχι με βάση γεγονότα που
προκύπτουν από άμεση παρατήρηση, όχι με βάση μία άποψη, που κάποιος θεωρεί
ορθή, αλλά με βάση μια άποψη την οποία δέχεται, μόνο και μόνο για να
διαπιστώσει που θα τον οδηγήσει. Δηλαδή, ο παραγωγικός συλλογισμός αποσπάται
από την πραγματικότητα και τοποθετείται στο επίπεδο του απλώς πιθανού, το οποίο είναι εξ ορισμού, ο φυσικός χώρος της
υπόθεσης. Με άλλα λόγια, η παραγωγική σκέψη προϋποθέτει τη δυνατότητα
εγκατάλειψης της προσωπικής οπτικής και τη δυνατότητα παραδοχής, ενός, απλώς
πιθανού κόσμου, που θα αποτελέσει το χώρο δράσης της παραγωγικής, συλλογιστικής
διεργασίας.
Όλες οι σημαντικές μορφές της αρχαιότητας και της
αναγέννησης, είχαν φαντασία με τεράστιο εύρος. Θα σας δώσω μερικά παραδείγματα.
Διάφοροι χωρικοί ισχυρίζονταν, ότι έβλεπαν κάθε τόσο στα βουνά της Πάρμα και
της Πλακεντίας, όστρακα και κοράλλια. Για τους σκεπτόμενους ανθρώπους, τις
αυθεντίες εκείνες της εποχής, ένα βουνό με στρείδια και κοράλλια ήταν κάτι το
αδιανόητο, ήταν παράλογο, ήταν απαράδεκτο. Αν οι στοχαστές αυτοί
παραδεχόντουσαν, ότι υπήρχαν στα βουνά θαλασσινά όστρακα και κοράλλια, αυτό θα
σήμαινε, ότι αν πήγαιναν αύριο να κάνουν ορειβασία, θα κινδύνευαν να πέσουνε
μέσα σε καμιά ρουφήχτρα. Αυτά λοιπόν που έβρισκαν οι χωρικοί, απεφάνθησαν ότι
δεν ήταν όστρακα ούτε κοράλλια, τα ονόμασαν φάρσες της φύσης. Κοινές πέτρες,
που απλώς έμοιαζαν με όστρακα και κοράλλια. Πέτρες, που οι αμόρφωτοι χωρικοί
νόμιζαν ότι είναι όστρακα και κοράλλια. Πολλοί μάλιστα, αρνήθηκαν να πάνε να τα
δουν από κοντά. Ο Ντα Βίντσι, είναι ο μόνος, που όταν οι χωρικοί του φέρνουν
μερικά και του τα δείχνουν, δεν αρνείται ότι πρόκειται για πραγματικά όστρακα
και κοράλλια, ότι δεν είναι φάρσες της φύσης και παλεύει να βρει μια ερμηνεία.
Δεν υπάρχουν γεωλογικοί χάρτες των αρχαίων θαλασσών, για να τον βοηθήσουν να
καταλάβει αυτό που έχει μπροστά του. Δεν υπάρχουν κατάλογοι με θαλάσσια είδη,
για να διαπιστώσει αν οι οργανισμοί αυτοί υπήρχαν, αν έχουν εξαφανιστεί ή όχι.
Έχει όμως ένα άλλο όπλο, την φαντασία του. Τα σημειωματάριά του, από το 1480
έως το 1515, δείχνουν με ποιο τρόπο επιστρατεύει τη δημιουργική του φαντασία,
για να λύσει αυτό το πρόβλημα. Αρνείται ακόμα, μία άλλη θεωρία της εποχής, ότι
τα ‘χε φέρει στα βουνά ο κατακλυσμός του Νώε. Ο Ντα Βίντσι καταφέρνει να
αποδείξει, ότι δεν τα έφερε ο κατακλυσμός του Νώε, ότι ούτε καν είχε γίνει
κατακλυσμός. Ως που εντέλει, μετά από χρόνια σκέψης καταφέρνει, τολμάει να
διανοηθεί το αδιανόητο. Ότι τα βουνά αυτά, έπρεπε να ήταν κάποτε παραλίες. Φυσικά
κανείς δεν τον παίρνει στα σοβαρά, το πρόβλημα δεν ήταν βέβαια οι χωρικοί, αλλά
ο απολιθωμένος νους των στοχαστών της εποχής, που δεν τολμούσαν να διανοηθούν
αυτό το αδιανόητο. Το ίδιο ακριβώς μοτίβο, παρατηρούμε ξανά και ξανά στην
ιστορία της επιστήμης. Με τον ίδιο τρόπο δεν παίρνουν στα σοβαρά τον Άλφρεντ Βέγκενερ,
όταν διατύπωσε τη θεωρία μετατόπισης των ηπείρων. Η θεωρία του χαρακτηρίστηκε
ως τρελή φαντασία, ως ανυπόστατη ανοησία κι ο ίδιος γίνεται αντικείμενο χλεύης.
Σήμερα κανείς δεν αμφισβητεί τη θεωρία τεκτονικής των πλακών, ότι οι ήπειροι
εδράζονται σε συμπαγής πλατφόρμες, που διαρρηγνύονται και απομακρύνονται η μία
από την άλλη στον θαλάσσιο πυθμένα. Αυτή η ιδέα πέρασε από το μυαλό του
Βένεγκερ, μια μέρα που κοιτούσε έναν χάρτη και του έκανε εντύπωση η αντιστοιχία
των ακτογραμμών εκατέρωθεν του Ατλαντικού, που του θύμισε ένα παζλ.
Πολλές επιστημονικές εφευρέσεις και διαπιστώσεις ξεκινάνε,
όχι από επιστήμονες, αλλά από άλλης φύσεως διανοητές. Ένα κραυγαλέο παράδειγμα
στην ιστορία της επιστήμης, που δεν το λύνει ένας επιστήμονας, αλλά ένας
ποιητής, είναι ο περιβόητος: «Γρίφος του σκότους». Ο Γερμανός αστρονόμος,
Χάινριχ Όλμπερς, είναι αυτός που επεξεργάστηκε τον τρόπο υπολογισμού της
τροχιάς των κομητών και διατυπώνει το 1826 τον γρίφο του σκότους. Πρόκειται για μία πολύ απλή ερώτηση, μια ερώτηση
που θα μπορούσε να την κάνει ένα μικρό παιδί. Για ποιο λόγο άραγε τα βράδια, ο
ουρανός είναι σκοτεινός; Αν το σύμπαν περιέχει έναν άπειρο αριθμό αστεριών, αν
το σύμπαν βρίθει από γαλαξίες, αν είναι γεμάτο από μυριάδες λαμπερά σώματα,
τότε ο ουρανός τα βράδια θα έπρεπε να είναι μία φωτεινή πανδαισία. Γιατί τα
σκοτεινά σημεία υπερτερούν των φωτεινών σημείων; Αυτός ήταν ο περιβόητος Γρίφος του σκότους. Κι οι αστρονόμοι για
πολλά χρόνια αδυνατούσαν να τον λύσουν. Την σωστή απάντηση, δεν την δίνει ένας
αστρονόμος, τη φαντάζεται ένας ποιητής. Την πρώτη σαφή και ορθή λύση στον
γρίφο, την δίνει ο ποιητής και δοκιμιογράφος Εντγκαρ Αλαν Πόε. Τον Φεβρουάριο
του 1948, ένα χρόνο προτού πεθάνει, σε ηλικία 40 ετών, ο Πόε δίνει μία δίωρη
διάλεξη στη Society
Library της
Νέας Υόρκης, που τη δημοσιεύει μέσα στην ίδια χρονιά, με τίτλο: «Εύρηκα, ένα
πεζό ποίημα». Είναι ένα υπέροχο ποίημα και ξεκινάει έτσι:
«Κοίτα,
πολύ μακριά κοίτα
ατένισε
τα βάθη
των απύθμενων
διαδρόμων του ουρανού
προσπάθησε
να διασχίσεις με το βλέμμα σου
τις
αναρίθμητες συστοιχίες των αστεριών…»
Έτσι ξεκινά το ποίημα και καταλήγει με τη σκέψη, ότι το
αντιληπτό σύμπαν, δεν είναι, παρά μόνο ένα, από μια σειρά συμπλεγμάτων τα οποία
είναι αθέατα για μας στο σύνολό τους, λόγω της απόστασης που μας χωρίζει. Το
φως τους διαχέεται, εξαντλείται, προτού να φτάσει σε εμάς και συνεπώς, δεν
προκαλεί φωτεινή εντύπωση στα μάτια μας. Γοητεύομαι, γράφει, από τη φανταστική
ιδέα, για μία δίχως όρια διαδοχή από σύμπαντα. Όχι μόνο ένα σύμπαν, αυτό που
εμείς μπορούμε να δούμε. Όχι μόνο αυτό που εμείς μπορούμε να γνωρίσουμε.
Αυτά δεν είναι παρά ελάχιστα από τα παραδείγματα, που μπορεί
να βρει κανείς στην ιστορία της επιστήμης. Ακριβώς για τη σχέση προόδου επιστημονικής
και φαντασίας και τον τρόπο με τον οποίο οι επιστήμονες σκέφτονται, ιδίως οι
καινοτόμοι, δημιουργικοί επιστήμονες. Συνεπώς, για να επιστρατεύσει κανείς τη
φαντασία του, για να λύσει κάποιο πρόβλημα, για να διαπιστώσει μια αλήθεια, δεν
απαιτείται ούτε προηγμένη τεχνολογία, ούτε απαγορευτικά οικονομικά κονδύλια,
ούτε μακροχρόνιες σπουδές. Όπως το θέτει χαρακτηριστικά ο Τόμας Έντισον: «Για
να εφεύρεις, χρειάζεσαι μόνο φαντασία κι ένα σωρό σκουπιδιών». Την ηλεκτρική
σκούπα ως γνωστόν, την εφηύρε ένας θυρωρός, χρησιμοποιώντας αρχικά μια
μαξιλαροθήκη κι έναν ανεμιστήρα. Ιστορικά όμως, γύρω στον 19ο αιώνα,
η άνοδος του εμπειρικισμού, του ρασιοναλισμού, του υλισμού, συνοδεύεται στις
δυτικές κοινωνίες από μία παράλληλη υποχώρηση και υποτίμηση της φαντασίας. Η
οποία, συνδέεται με το ψέμα, το σφάλμα και το παράλογο. Ο Πασκάλ για
παράδειγμα, αποκαλεί τη φαντασία «δασκάλα της πλάνης». Η φαντασία όμως δεν
αργεί, να επανέλθει δριμύτερη. Αποδεικνύεται ιδιαίτερα χρήσιμη, απαραίτητη θα
‘λεγε κανείς, για να ξεπεράσει τις διανοητικές αναστολές, που ανακόπτουν την
πρόοδο της σκέψης, που οδηγεί σε νέα ξεκινήματα. Όσο οι επιστήμονες διευρύνουν
τις εκτάσεις του χώρου του οποίου ερευνούν, όσο ανατέμνουν όλο και μικρότερες
μονάδες ύλης, τόσο και πιο δυσδιάκριτη καθίσταται η διαχωριστική γραμμή μεταξύ
πραγματικότητας και φαντασίας. Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί για παράδειγμα,
ότι στη κβαντική φυσική, τα συστατικά στοιχεία της πραγματικότητας που μας
περιβάλει, τα άτομα, είναι δυνατόν να υπάρχουν σε δύο διαφορετικά σημεία την
ίδια στιγμή. Στο σύγγραμμα αστροφυσικής «Κόσμοι μέσα σε κόσμους», ο Τζόν
Μπάροου προλογίζει το κεφάλαιο που τιτλοφορείται «Υπάρχουν φυσικοί νόμοι», με
δύο αφορισμούς. Τον αφορισμό του Γουίλερ, ότι, ένας μόνο νόμος υπάρχει, το ότι δεν
υπάρχουν νόμοι. Και τον αφορισμό του Φράνσις Χάκετ, ότι η αίρεση, δεν είναι
παρά η γέφυρα που ενώνει δύο ορθοδοξίες. Και παραθέτει μεταξύ άλλων, ένα
απόσπασμα, από το παραμύθι «Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων», για τον χάρτη μιας
χώρας, που ήταν τόσο μεγάλος όσο η ίδια η χώρα. Ένα σύμπαν γεμάτο κόκκινους
νάνους και μαύρες τρύπες, που καταπίνουν αστέρια, είναι πιο κοντά στη
λογοτεχνία του παράλογου παρά στη κλασσική φυσική. Όταν μάλιστα οι πυρηνικοί φυσικοί,
θέλησαν να βρουν ένα όνομα για τα elementary particles (στοιχειώδη σωματίδια),
τα βάφτισαν: quarks, μία
από τις άνευ σημασίας λέξεις, παρμένη από το έργο του συγγραφέα Τζέιμς Τζόις.
φαντασία στα μαθηματικά
Ακόμα και στον χώρο των μαθηματικών, που θεωρείται η
κατεξοχήν λογοκρατούμενη επιστήμη, η φαντασία διαδραματίζει κυρίαρχο ρόλο.
Είναι χαρακτηριστικό, ότι όταν ο μεγάλος μαθηματικός του αιώνα, ο Χίλμπερτ,
έμαθε ότι ένας μαθητής του εγκατέλειψε τα μαθηματικά για να γίνει συγγραφέας,
είπε: «Δε βαριέσαι, δε πειράζει, δεν είχε αρκετή φαντασία για τα μαθηματικά». Με
ένα συνάδελφό μου, τον Ντέιβις, γράφουμε συνήθως μαζί εγκληματολογικά άρθρα και
μελέτες. Στο Encyclopedia
of British Humorists, μας ζητήσανε να γράψουμε το
λήμμα για την επίδραση των μαθηματικών στο λεκτικό-επικοινωνιακό χιούμορ.
Ενδιαφερόμασταν κι οι δύο για κάποιους συγγραφείς, όπως τον Λουίς Κάρολ, τον
Μιλ, που ήταν μαθηματικοί αλλά έγραφαν και για παιδιά. Παραθέτω ένα απόσπασμα
απ’ αυτό το λήμμα: « […] Και δεν είναι
σύμπτωση, ότι οι βιρτουόζοι του είδους, του χιούμορ που ξεπηδά από την έντεχνη
ανατροπή ή την υπονόμευση των γλωσσικών συμβόλων, είναι μαθηματικοί. Ο χώρος
των μαθηματικών απαρτίζεται, από ένα σύνολο αυστηρών κι επακριβών κανόνων, όπου
κάθε βήμα προόδου στηρίζεται στην παράβαση των κανόνων αυτών και στην ερμηνεία
του παράδοξου το οποίο προκύπτει.
στη φυσική και στη θεραπεία
Το ίδιο ισχύει και στη φυσική. Κάθε φορά που στη διάρκεια
ενός ατομικού πειράματος, οι φυσικοί θέτουν ένα ερώτημα, η φύση απαντά με μια
παραδοξολογία. Όσο περισσότερο προσπαθούν να αποσαφηνίσουν την κατάσταση, οι
παραδοξολογίες πολλαπλασιάζονται. Με αποτέλεσμα την απόρριψη της αιτιοκρατίας
και την διατύπωση της αρχής της απροσδιοριστίας στη φυσική. Πρέπει λοιπόν να
καταλάβουμε ότι, δεν είναι η γνώση εκείνο το οποίο πυροδοτεί την πρόοδο, είναι
η φαντασία. Η γνώση είναι στατική. Η φαντασία είναι δυναμική. Η φαντασία είναι
ο μαιευτήρας της επιστημονικής προόδου, ο προθάλαμος της κάθε νέας
πραγματικότητας, εξ ου και η ρήση του Αϊνστάιν: «Η φαντασία είναι σπουδαιότερο
εφόδιο από τη γνώση», επειδή η γνώση περιορίζεται σε αυτό που καταλαβαίνουμε
μία δεδομένη ιστορική στιγμή. Ενώ η φαντασία αγκαλιάζει όλα αυτά, που θα
κατανοήσουμε και θα γνωρίσουμε στο μέλλον. Και φυσικά, δεν χρειάζεται ν’
αναφερθώ στην έρευνα η οποία καταδεικνύει τη δύναμη της φαντασίας στη
θεραπευτική και σε άλλες χρήσεις. Πολλοί πιστεύουν ότι μεταξύ του ενός τρίτου
και των δύο τρίτων των ασθενών, παρουσιάζουνε βελτίωση μόνο και μόνο επειδή πιστεύουν
ότι υποβλήθηκαν σε μία αποτελεσματική θεραπεία.
Παρόλα αυτά, η φαντασία συνεχίζει σε πολλούς τομείς, σε
πολλούς χώρους και από πολλές πλευρές, να αντιμετωπίζεται με δυσπιστία. Να
αγνοείται, να υποτιμάται, ακόμα και να διώκεται. Για παράδειγμα, στην έκθεση του
Partnership for the 21th Century, (ένα κονσόρτιο επιστημόνων,
εκπαιδευτικών και διαμορφωτών πολιτικών προγραμμάτων), η λέξη γνώση αναφέρεται
47 φορές, η λέξη φαντασία ουδεμία. Κάποιος άλλος μέτρησε στο google, την μηχανή αναζήτησης στο ίντερνετ, πως
αν γράψεις τη λέξη γνώση, η αναζήτηση αποδίδει 1.720.000.000 παραπομπές, ενώ η
λέξη φαντασία 138.000.000, δηλαδή συγκριτικά, 0.8%. Για ποιο λόγο συμβαίνει
αυτό, πού οφείλεται αυτή η δυσανεξία, τουλάχιστον, προς τη φαντασία; Σε ένα
μυθιστόρημά του, ο συγγραφέας Τομ Ρόμπινς, μεταξύ σοβαρού κι αστείου,
πραγματεύεται το θέμα του ελλείποντος κρίκου (the missing link). Ο
περίφημος κρίκος που λείπει, καταλήγει, δεν
έχει εξαφανιστεί, ούτε είναι εξαιρετικά σπάνιος. Δείγματά του μπορεί να βρει
κανείς εύκολα στις σημερινές κοινωνίες. Κυκλοφορούν καθημερινά ανάμεσά μας,
είναι οι άνθρωποι χωρίς φαντασία. Τι είναι αυτό, διερωτάται, που χαρακτηρίζει, που διαχωρίζει τον άνθρωπο
από τα λεγόμενα κατώτερα όντα; Μία από τις ιδιότητες που τον διακρίνουν, είναι
η φαντασία. Και είναι η πιο σημαντική (αναφέρει ο συγγραφέας και κάποιες
άλλες όπως το χιούμορ, το παιχνίδι κ.α). Δυστυχώς,
συνεχίζει, οι άνθρωποι χωρίς φαντασία,
είναι συχνά εκείνοι που κατέχουν θέσεις εξουσίας. Ίσως επειδή οι πλήρεις
άνθρωποι, οι άνθρωποι με φαντασία, έχουν πιο ενδιαφέροντα πράγματα να κάνουν
στη ζωή τους από το να επιδιώκουν θώκους και αξιώματα.
εξουσίες
Αναρωτιέται λοιπόν κανείς, για ποιο λόγο η εξουσία, θρησκευτική,
πολιτική, οικονομική ή πάση εξουσία, να έχει τη ροπή, να καταδιώκει, να αρνείται,
να περιθωριοποιεί τη φαντασία. Η εξουσία επιθυμεί, να θεωρεί αμετάβλητα τα όσα
είναι ρευστά, να μην ανέχεται διαφορετική, από την κρατούσα πραγματικότητα και
να ανάγει σε υπέρτατες αξίες τη σταθερότητα, την προβλεψιμότητα και την τάξη. Περιττό
να αναφέρω εν παρενθέσει, ότι η επονομαζόμενη τάξη, έχει δημιουργήσει πολύ
περισσότερα θύματα στην ανθρώπινη ιστορία, από την επονομαζόμενη αταξία, η
οποία είναι συχνά το τίμημα της ελευθερίας. Η εξουσία λοιπόν αισθάνεται ασφαλής,
τότε μόνο, όταν τα πάντα είναι αυστηρά καθορισμένα, τακτοποιημένα και
οριοθετημένα. Οι ασκούντες την εξουσία, λατρεύουν την στασιμότητα. Φοβούνται
κάθε τι το ρευστό, το αντιφατικό, το μεταβατικό, το μεταβλητό κι η φαντασία
έχει όλα αυτά τα χαρακτηριστικά. Εκλαμβάνουν συνεπώς, ως απειλή την αντιφατική
ματιά, την απείθαρχη εστίαση, το εν δυνάμει της φαντασίας. Κι έχουν κάθε
συμφέρον να την θέτουν υπό διωγμό. Η φαντασία είναι ο χειρότερος εχθρός του
κατεστημένου κι η αποδοχή του κατεστημένου, ο πλέον επικίνδυνος εχθρός της
φαντασίας.
Άρχισα να κάνω αυτές τις σκέψεις πολύ παλιότερα, όταν με
είχε απασχολήσει το θέμα του χιούμορ. Είχα βρει ότι, επί Μακάρθι στην Αμερική «Ο
μάγος του Οζ», το πασίγνωστο παραμύθι, είχε λογοκριθεί και απαγορευθεί από τις
βιβλιοθήκες. Αναρωτήθηκα, γιατί την εποχή εκείνη να λογοκριθεί αυτό το παιδικό
βιβλίο; Ήταν κυρίως δύο οι λόγοι, η απαγόρευση του Μάγου του Οζ, στηρίχθηκε στο εξής σκεπτικό: «Ο μάγος του Οζ, είναι μία πολιτικά ύποπτη μορφή ψεύδους. Η χώρα του
Οζ, είναι μια φανταστική ουτοπία και οι ουτοπίες δεν πρέπει να ενθαρρύνονται
γιατί μπορεί να ανοίξουν την όρεξη για πραγματικές ουτοπίες. Και να οδηγήσουν
τα παιδιά σε επικίνδυνα, πολιτικά μονοπάτια». Για παρόμοιους λόγους, «Ο Ρομπέν
των Δασών», είχε λογοκριθεί ως μια ιστορία αχαλίνωτου εκφυλισμού. Η «Πίπη η
Φακιδομύτη», ως ένα κείμενο που εξαγριώνει και διαφθείρει.
στο εμπόριο
Ας πάμε στον χώρο του εμπορίου και των επιχειρήσεων, που και
πάλι υπάρχουν αυτοί οι άνθρωποι που φοβούνται τη φαντασία. Όταν ο Αλέξανδρος
Γκράχαμ Μπελ εφεύρε το τηλέφωνο, προσέφερε την πατέντα στην εταιρία Western Union. Οι αρμόδιοι εξέτασαν την πρότασή του αλλά
την απέρριψαν, όχι γιατί αμφισβητούσαν την προτεινόμενη συσκευή. Αλλά επειδή
αδυνατούσαν να φανταστούνε, τι θα έκανε κανείς με αυτό το πράγμα, τι
χρησιμότητα θα είχε αυτό το παιχνιδάκι. Γράφουνε στο σκεπτικό τους: Για να επικοινωνούμε εξ αποστάσεως, έχουμε
τον τηλέγραφο, άρα η συσκευή του κ. Μπελ, είναι άχρηστη και περιττεύει.
Άνθρωποι με τέτοια νοοτροπία, θα είχαν βέβαια απορρίψει, άνευ άλλου τινός, το
ελικόπτερο.
Είναι ενδιαφέρον, ότι περίπου 80% των κονδυλίων για την
έρευνα, διατίθενται για την βελτίωση των υπαρχουσών, κληρονομημένων από το
παρελθόν τεχνολογιών, παρά για την επινόηση νέων προϊόντων. Επειδή οι επενδυτές,
αδυνατούν να διανοηθούνε τη χρησιμότητα, την ζήτηση που μπορεί να έχουν αυτά τα
νέα προϊόντα. Δεν είναι τυχαίο, ότι όταν το 1949 η IBM ετοιμαζόταν να λανσάρει
τον ηλεκτρονικό υπολογιστή, υπολόγιζε ότι θα είχε μόνο δέκα με δεκαπέντε
παραγγελίες το χρόνο. Πέρασαν δεκαετίες μέχρι να διανοηθούμε, με ποιο τρόπο θα
χρησιμοποιούμε τις ακτίνες λέιζερ, επειδή ήταν πρωτοποριακές επινοήσεις και δεν
ήταν ένα εμφανές υποκατάστατο για κάτι που ήδη υπήρχε.
Η ειρωνεία είναι, πως ενώ κάνουμε ότι μπορούμε στις
κοινωνίες μας για να εξοστρακίσουμε τη φαντασία από το εκπαιδευτικό μας σύστημα.
Και οι επιχειρήσεις στελεχώνονται συνεχώς από άτομα της κατηγορίας του «missing link», έχουν ανάγκη τη φαντασία για να
επιβιώσουνε ως εταιρίες. Ιδίως στον τομέα του μάρκετινγκ και της διαφήμισης, προσπαθούν
να βρουν απεγνωσμένα κάποιο τρόπο να αναπληρώσουν αυτό το κενό. Τα στελέχη τους
δεν έχουν φαντασία. Στην Αμερική, κυκλοφορούν πλέον πολλά προγράμματα, softwares, όπως το Idea Fisher, το οποίο απευθύνεται σε επιχειρηματίες,
ανθρώπους του marketing
κτλ.
για να τους μάθει να σκέφτονται δημιουργικά. Στηρίζεται στην αρχή των ασχέτων
μεταξύ τους κατηγοριών. Ένα από τα παραδείγματα επιτυχημένης εφαρμογής της
μεθόδου, που δίνουν για να σε πείσουν να αποκτήσεις αυτό το πρόγραμμα, είναι το
εξής: Υποτίθεται ότι μία βιομηχανία κατασκευής ανδρικών καλτσών, μία καλτσοβιομηχανία,
αντιμετωπίζει το παρακάτω, οξύτατο πρόβλημα: Οι πωλήσεις καλτσών, παρουσιάζουν
κάθετη πτώση το καλοκαίρι, επειδή, μάλλον ο κόσμος δεν φορά κάλτσες το
καλοκαίρι. Οι ειδικοί της εταιρείας καλούνται να επινοήσουν τρόπους αύξησης των
πωλήσεων καλτσών το καλοκαίρι. Δεν τα καταφέρνουν και καταφεύγουν στο
συγκεκριμένο πρόγραμμα, το Idea
Fisher, μέσα από διάφορες
πληκτρολογήσεις, προσπαθούν να συνδυάσουν τις έννοιες: καλοκαίρι και κάλτσα, με
διάφορες τυχαίες έννοιες, μία εκ των οποίων η λέξη «έντομο». Τελικά, τα στελέχη
της καλτσοβιομηχανίας, αποφασίζουν με τη βοήθεια του Idea Fisher, να λανσάρουνε ένα προϊόν: Πρωτοποριακές
κάλτσες, εμποτισμένες με κάποια χημική ουσία, η οποία θα απωθεί τα κουνούπια.
Αυτό μας δείχνει πόσο δύσκαμπτη, πόσο απολιθωμένη, είναι η σκέψη αυτών των
επιχειρηματιών, ώστε να χρειάζονται προγράμματα, για να αρχίσουν να σκέφτονται
λίγο πιο δημιουργικά.
τα παιδιά
Τα παιδιά έχουν μία έμφυτη περιέργεια, μια ασίγαστη δίψα να
καταλάβουν γιατί συμβαίνει το κάθε τι. Γι’ αυτό το λόγο θέτουν συνεχώς
ερωτήσεις. Ο Σάκι, ο συγγραφέας της Βικτωριανής εποχής, διηγείται την ιστορία
μας αυστηρής θείας, την οποία τα ανίψια της την ταλανίζουν με ερωτήσεις τις οποίες
προσπαθεί να αποφύγει και τα παιδιά επιμένουν. Παρατήρησα, γράφει ο πρωταγωνιστής-φοιτητής, ότι οι περισσότερες φράσεις των παιδιών, άρχιζαν με τη λέξη: γιατί. Και
οι περισσότερες φράσεις της θείας, άρχιζαν με τη λέξη: μη. Αν το σκεφτείτε
αυτό, εκφράζει μια μεγάλη αλήθεια και το τραγικό είναι, ότι κάποια στιγμή αυτά
τα «μη» γιγαντώνονται, πολλαπλασιάζονται τόσο πολύ, που συνθλίβουν κι
εξοστρακίζουν τα «γιατί». Παύουμε να ρωτάμε και να αναρωτιόμαστε. Όταν είμαστε
παιδιά, η δύναμη της φαντασίας βρίσκεται στο απόγειό της. Χαρακτηριστική είναι
η απάντηση ενός παιδιού όταν το ρώτησαν τι προτιμά, το ραδιόφωνο ή την
τηλεόραση: «Μου αρέσει το ραδιόφωνο επειδή έχει πιο ωραίες εικόνες». Γι’ αυτό
το λόγο, πολλές φορές τα παιδιά βρίσκουν πολύ πιο ενδιαφέρον να παίζουν με το
περιτύλιγμα και το κουτί, παρά με το δώρο που περιέχει. Εμείς, όταν τα πείθουμε
να πετάνε το κουτί, να αγνοούνε το περιτύλιγμα, να επικεντρώνονται στο καλό,
ακριβοπληρωμένο παιχνίδι που έχει μέσα. Άθελά μας στερούμε από οξυγόνο τη
φαντασία τους.
Όλες οι μελέτες για τα γνωρίσματα που χαρακτήριζαν τους
πρωτοπόρους επιστήμονες και τις ιδιοφυίες στον τομέα τους, καταλήγουν στο ίδιο
συμπέρασμα. Ότι, πρώτον, για να καινοτομήσουν και να κάνουν το άλμα από το
παραδεγμένο στο νέο, επιστράτευαν πιο πολύ τη φαντασία τους παρά τις γνώσεις
τους. Και δεύτερον, ότι είχαν διατηρήσει σε μεγάλη ηλικία την αίσθηση του
παιχνιδιού, τις δημιουργικές τους δραστηριότητες. Έπαιζαν δημιουργώντας και
δημιουργούσαν παίζοντας. Ο Φλέμινγκ, για παράδειγμα, την εποχή που ανακάλυψε
την πενικιλίνη, του άρεσε να περνά τις ελεύθερες ώρες του φιλοτεχνώντας,
ζωγραφίζοντας μικρές μπαλαρινούλες με καλλιέργειες μικροβίων, μικροοργανισμών
στο μικροσκόπιό του.
εκπαίδευση
Το μεγαλύτερο έγκλημα συντελείται στο χώρο της εκπαίδευσης. Η
ενθάρρυνση της δημιουργικότητας και η καλλιέργεια της φαντασίας, είναι από τις
πιο παραμελημένες πλευρές των συγχρόνων εκπαιδευτικών συστημάτων. Είναι
ταπεινωτικό, γράφει κάποιος, τα σχολεία να παραγεμίζουν τα παιδιά σα γαλοπούλες
με γνώσεις, με πληροφορίες και γεγονότα και να αφήνουν τη φαντασία τους να
λιμοκτονεί. Τα παιδιά ξεκινούν το σχολείο προικισμένα με πλούσια φαντασία κι
αποφοιτούν με φαντασίες ατροφικές ή στραγγαλισμένες. Ο αρνητικός αντίκτυπος
στην κοινωνία, είναι ανυπολόγιστος.
Ανέφερα πριν για την απαγόρευση του Μάγου του Οζ επί Μακάρθι. Η Ντόροθυ Ντοτς, ήταν η υπεύθυνη της
καμπάνιας για την απαγόρευσης του βιβλίου του Μάγου του Οζ. Πέραν των πολιτικών ουτοπιών που ενθάρρυνε, το θεωρούσε
και ηθικά επιβλαβές επειδή προκαλούσε υπερδιέγερση της φαντασίας. Κατά τη γνώμη
της τα παιδικά βιβλία, έπρεπε να είναι ρεαλιστικά, εκπαιδευτικά και να
αποδίδουν χρήσιμες γνώσεις. Το παραμύθι κι ο μύθος γενικά, παραβιάζει τους
εμπειρικούς κανόνες της καθημερινότητας. Εκεί τα ζώα μιλάνε, η γιαγιά βγαίνει
ζωντανή απ’ την κοιλιά του λύκου. Επισκέπτομαι συχνά σχολεία και με
εντυπωσιάζει η φαντασία των νηπίων και των προνηπίων. Βλέπω λίγα χρόνια μετά,
όταν με καλούν στα ίδια σχολεία, τα ίδια παιδιά να συμπεριφέρονται σαν ρομπότ,
σαν πιόνια. Είναι κουρασμένα, είναι αγχωμένα, έχουν χάσει τη φρεσκάδα της
ματιάς τους, τη μαγική σπίθα. Μαθαίνουν να υπηρετούν την πραγματικότητα ενώ θα
έπρεπε να μαθαίνουν πώς να την ξεπερνάνε. Στόχος της εκπαίδευσης πιστεύω, δεν
θα έπρεπε να είναι τόσο η μετάδοση γνώσεων, είναι βέβαια χρήσιμη, άλλωστε η
γνώση στην εποχή μας είναι πλέον προσβάσιμη. Το σημαντικό είναι η καλλιέργεια
της φαντασίας, της δημιουργικότητας του παιδιού, ώστε να μπορεί να κάνει σωστή
εκμετάλλευση αυτών των γνώσεων.
Μου έλεγε ο θεατρικός συγγραφέας Ιάκωβος Καμπανέλης, μια
ιστορία για την μικρή του κόρη. Είχανε πάει μια εκδρομή και όπως επιστρέφανε, η μικρή κοιτούσε από το παράθυρο και έβλεπε
στα διάσελα των βουνών, τον ήλιο να εμφανίζεται και να εξαφανίζεται και της
έκανε εντύπωση. Την άλλη μέρα στο σχολείο η δασκάλα ζήτησε μια έκθεση, να
γράψουν πως περάσανε τη Κυριακή τους και να κάνουν και μια ζωγραφιά. Η κόρη του
Καμπανέλη, ζωγράφισε μια σειρά από λόφους και βουνά κι έβαλε μεταξύ τους έξι
ήλιους. Γύρισε στο σπίτι κλαμένη, στη ζωγραφιά η δασκάλα είχε διαγράψει τους
πέντε ήλιους και είχε αφήσει μόνο έναν. Αυτό θα πει στραγγαλισμός της
φαντασίας. Η ειρωνεία είναι, ότι κι από επιστημονικής πλευράς, η κόρη του
Καμπανέλη είχε δίκιο και όχι η δασκάλα, δεν υπάρχει μόνο ένας ήλιος.
Ο συγγραφέας Ντε Μπόνο, πιστεύει ότι η δημιουργικότητα πηγάζει
από το ζευγάρωμα εμπειριών και εννοιών που κανονικά δεν συγγενεύουν. Ο Ντε
Μπόνο αναφέρει ένα λίμερικ του Έντουαρντ Λιρ, ένα από αυτά τα ποιηματάκια, αυτά
τα τετράστιχα τα χιουμοριστικά, με ήρωες μια καρέκλα και ένα τραπέζι. Μια
καρέκλα παραπονιέται στο τραπέζι ότι, ναι μεν έχουν και οι δύο πόδια αλλά δεν
μπορούν να περπατήσουν. Η καρέκλα παραπονιέται, και το τραπέζι λέει ότι μπορεί
να είναι έτσι, αλλά δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε αν δοκιμάσουμε να περπατήσουμε
και καλεί την καρέκλα να περπατήσουν, εκεί τελειώνει το ποίημα. Αυτό μπορεί να
φανεί εκ πρώτης όψεως, λέει ο Ντε Μπόνο, ως ανόητο, ως χαζό, ένα ποιηματάκι
χωρίς καμία σημασία. Παρόλα αυτά, και συμφωνώ απόλυτα, τέτοια ποιηματάκια και
ιστοριούλες, έχουνε μια σημαντική λειτουργία. Γράφει ο Ντε Μπόνο πως το
παράπονο της καρέκλας, ότι δεν μπορεί να περπατήσει, μπορεί να είναι κωμικό,
μπορεί να είναι παράλογο, αλλά μπορεί να μας οδηγήσει στην ιδέα μιας καρέκλας
που περπατάει, στην εφεύρεση της αναπηρικής πολυθρόνας. Μια συγγραφέας που
αναλύει το έργο του Λιρ, γράφει: «Αυτή η υπόσχεση της απόδρασης, η αποδέσμευση,
η καρέκλα που θέλει να περπατήσει μαζί με το τραπέζι, το ξεπέρασμα των
περιορισμών, όχι μόνο αποτελεί την ουσία της παιδικότητας και της φαντασίας αλλά
είναι μέρος του ανθρωπίνου πνεύματος, που καλά θα κάνουμε να το καλλιεργήσουμε και
πέραν της παιδικής ηλικίας. Ο κόσμος είναι μια πραγματικότητα που μπορούμε να αμφισβητούμε,
να αλλάξουμε, να βελτιώσουμε. Αντί να θεωρούμε τη λογοτεχνία και τα παραμύθια
κατάλληλα για πεντάχρονα παιδιά, θα ήταν καλά να ανοίγαμε σχολεία παράλογου και
φαντασίας για ενήλικες, που θα μας μόρφωναν στο παράλογο και στο φανταστικό, θα
μας βοηθούσαν να χρησιμοποιήσουμε ένα μέρος του εγκεφάλου μας που έχει
ατροφήσει».
Το συμπέρασμά μου είναι, ότι τη φαντασία πρέπει να την
ενθαρρύνουμε, να την καλλιεργούμε, όχι να την αγνοούμε και να την υποτιμάμε. Αν
το πετύχουμε αυτό, τα παιδιά που μπορούνε σήμερα με μεγάλη ευκολία να κάνουνε
μια καρέκλα, για παράδειγμα, πειρατικό καράβι, και μια κορδέλα, φουρτουνιασμένο
ποτάμι, αυτά τα παιδιά θα μπορούν αύριο, αν δεν σκοτώσουμε τη φαντασία τους, να
κοιτάζουν έναν φτηνό χάρτη και να βλέπουν ηπείρους να μετατοπίζονται. Θα μπορούν
να ατενίζουν τον ουρανό και να βλέπουν πολλαπλάσιους από τους ορατούς γαλαξίες.
Θα μπορούν να κοιτάζουν έναν κόκκο άμμου και να αντικρίζουν ένα silicon chip.
Και όσο η φυσική κινείται προς τα απώτατα όρια του καταληπτού, όσο η έρευνα
αντικρίζει τα όρια της γνώσης, όσο η επιστήμη προσεγγίζει τα έσχατα όρια της αναμέτρησης
με το μυστήριο, τόσο η φαντασία καθίσταται περισσότερο από καθετί άλλο
αναγκαία.
___________